Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΚΑΒΑΣΙΛΑ

Τοῦ ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα[1]

6. Καί νά πού πρόσφερε ἡ Παρθένος γιά χάρη ὅλου τοῦ κόσμου αὐτήν τήν ὑπέροχη δικαιοσύνη κι ἔγινε γιά ἐμᾶς ἡ κάθαρση κι ὁ ἱλασμός κι ἐξάγνισε ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος. Κι ὅπως ἡ φλόγα ἤ ἡ φωτοχυσία μεταδίδεται σ’ ὅποιο σῶμα συναντήση, ἔτσι καί ἡ Παρθένος μετέδωκε σ’ ὅλους τό λαμπρό φῶς της. Ὑπάρχει μιά ἀναλογία ἀνάμεσα στήν Παρθένο καί τόν ἥλιο: τό φυσικό φῶς παρουσίαζεται ὡς ἡ ὡραιότης τῶν ὁρατῶν πραγμάτων, χωρίς νά ἀνήκη στή φύση ὅλων, γιατί τό ἔδωσε ὁ Θεός μόνο στό δίσκο τοῦ ἡλίου, παρόμοια ἀκριβῶς καί ἡ ὡραιότης τῶν ἀνθρώπων καί ὅλο τό σεμνό μεγαλεῖο τῆς φύσεως καί ὅλη ἡ χάρη, ὅπως ἀνθοῦσε πρίν νά χάση ὁ ἄνθρωπος τό Θεό καί τήν ὁποία θά εἶχε, ἄν εἶχε τηρήσει τό νόμο τοῦ Θεοῦ καί τή δικαιοσύνη πού εἶχε καί κείνη πού ἔπρεπε νά ἔχη, ἀλλά δέν εἶχε, ὅλα αὐτά βρέθηκαν συγκεντρωμένα μόνο στήν Παρθένο καί ἐδικαίωσαν ὅλους τούς ἀνθρώπους, πρᾶγμα πού ὁ Παῦλος εἶπε για τό Σωρήρα. Ὑπῆρξε ἔτσι ἡ Παρθένος θησαυρός ἤ περιουσία ἤ πηγή ἤ δέν ξέρω πῶς ἀλλοιῶς νά τό πῶ τῆς ἁγιότητος ὅλων τῶν ἀνθρώπων.

Γι’ αὐτό ἀπό τούς ἀνθρώπους ὅλων τῶν ἐποχῶν αὐτή μόνη κατοίκησε στό θυσιαστήριο. Καί προσφέρθηκε σάν μιά προπαρασκευαστική καί καθαρτήρια θυσία πρίν ἀπό τό μεγάλο θῦμα γιά τό καλό ὅλου τοῦ γένους. Ἔτσι “πρόδρομος τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἰσῆλθεν εἰς τά ἅγια τῶν ἁγίων ὁ Ἰησοῦς”. Σάν πρόδρομος δέ τοῦ Σωτῆρα εἰσῆλθε στά ἐνδότερα τοῦ καταπετάσματος ἡ μακαρία Παρθένος καί προσέφερε τόν ἑαυτό της στόν Πατέρα. Καί ὁ Ἰησοῦς βέβαια συμφιλίωσε ἀπόλυτα τούς ἀνθρώπους μέ τόν Πατέρα πεθαίνοντας πάνω στό σταυρό. Ἐνῶ ἡ μακαρία, μέ τό νά προσφερθῆ στό Θεό, τόσο μπόρεσε νά συμβάλη στήν καταλλαγή, ὅσο χρειαζόταν γιά νά φέρη τόν κυβερνήτη ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, νά κάνη ἀδελφό τους τόν πρεσβευτή, αὐτόν πού ἐπρόκειτο νά ἔλθη γιά χάρη τους μπροστά στό Θεό καί νά διεκδικήση τή σωτηρία γι’ αὐτούς πού ἦσαν πλέον δικοί του, πού εἶχαν τήν ἴδια μέ αὐτόν φύση. Γιατί ὄφειλε νά ὁμοιωθῆ κατά πάντα μέ τούς ἀδελφούς του, “ἵνα ἐλεήμων γένηται καί πιστός ἀρχιερεύς τά πρός τόν Θεόν”. Καί αὐτός βέβαια, ὄντας μέσα στή μιά του ὑπόσταση καί τά δυό: καί αὐτό πού εἴμαστε ἐμεῖς καί Θεός, ἔγινε τό κοινό ὅριο καθεμιᾶς ἀπό τίς δύο φύσεις. Εἶναι γι’ αὐτό καί ἕνωση τοῦ Θεοῦ μέ τούς ἀνθρώπους καί καταλλαγή καί εἰρήνη καί ἔρως καί ὁ,τιδήποτε ἄλλο ὁδηγεῖ πρός αὐτά. Ἐνῶ ἡ μακαρία μέ τό νά εἶναι ἀπό τό ἕνα μέρος ἄνθρωπος, ἐφ’ ὅσον καταγόταν ἀπό τούς ἀνθρώπους καί νά ταιριάζη ἀπό τό ἄλλο σέ ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ὑπέροχη ἀρετή της μόνο μέ τόν Θεό, αὐτό καί τούς ἀνθρώπους μεγαλύνει καί τόν Θεό κινεῖ σέ ἔρωτα πρός τό ἀνθρώπινο γένος, ἑλκύοντάς τον μέ τό κάλλος της. Καί ὁ Σωτήρας βέβαια ἐξόφλησε ὅλα ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἐμεῖς χρωστούσαμε. Γιατί δέν ἔνοιωθε ὁ ἴδιος νά εἶχε κάμει κάτι γιά τό ὁποῖο νά εἶναι ὑπεύθυνος, ἀφοῦ “ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν”, ἀλλά πῆρε πάνω Του τίς δικές μας ἁμαρτίες καί βασανίσθηκε γιά χάρη μας. Ἔτσι ἡ πληγή ἑνός πού δέν εἶχε ἀδικήσει σέ τίποτα, μέ τό νά πάρη τή θέση τῆς ποινῆς που ἄξιζε σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους πού ἔσφαλαν τά μέγιστα, ἦταν ἀρκετή νά διαλύση τίς κατηγορίες ἐναντίον ὅλων. Ἡ δέ Παρθένος μέ τό νά παρουσιάση μόνη αὐτή ἀνάμεσα σ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους τήν ψυχή της ἀξία τοῦ Θεοῦ μπόρεσε νά ὑπερασπισθῆ καί τούς ἄλλους.

Γι’ αὐτό, ἐνῶ πολλοί καί πολλές φορές δέχθηκαν ἀπό τόν οὐρανό μηνύματα, μόνο σ’ αὐτή ὁ Θεός εἶπε τό “χαῖρε”. Γιατί δέν ὑπῆρξε πρίν ἀπό αὐτή κανείς πού, ἀπαλλαγμένος ἀπό κατηγορίες, νά μπορῆ νά εἶναι ἀπαλλαγμένος καί ἀπό τή σχετική ποινή. Ὅλους πράγματι τούς ἔκρινε ὁ Θεός ἀξίους νά πονοῦν καί νά βασανίζονται. Αὐτή ἀκριβῶς ἦταν ἡ τιμωρία τῶν ἀνθρώπων γιά τό ὅτι καταπάτησαν τό νόμο τῆς ἀληθινῆς χαρᾶς καί εἰρήνης. Μέ τό νά θεωρήση λοιπόν τή μακαρία Παρθένο ἀξία νά χαίρεται καί μέ τό γεγονός ὅτι τήν ἀποκάλεσε “εὐλογημένη” καί “κεχαριτωμένη”, φανέρωσε ὅτι δέν εἶχε νά τῆς καταλογίση τίποτε ἀπό ὅλα ἐκεῖνα, γιά τά ὁποῖα ἡ ἀνθρώπινη φύση ἦταν ὑπεύθυνη.

8. Ἄνθρωπος ἦταν. Ἀπό τούς ἀνθρώπους ἐβλάστησε. Κι ἦταν μέτοχος σέ κάθε κοινό χαρακτηριστικό τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Δέν κληρονόμησε ὅμως τήν ἴδια νοοτροπία, οὔτε παρασύρθηκε ἀπό τήν τόσο μεγάλη κακία πού ἐπικρατεῖ σ’ αὐτή τή ζωή. Ἀλλά νίκησε τήν ἁμαρτία κι ἀντιστάθηκε στή φθορά τῆς φύσεώς μας κι ἔδωσε τέλος στήν κακία. Ἔγινε ἔτσι αὐτή ἡ ἴδια ἁγία ἀπαρχή καί βάδισε πρώτη καί ὑπῆρξε ὁδηγός τῶν ἀνθρώπων στό δρόμο πρός τό Θεό. Γιατί διατήρησε τή θέλησή της τόσο καθαρή, σάν νά ἦταν μόνη της σ’ αὐτή τή ζωή, σάν νά μήν ὑπῆρχε κανείς ἄλλος ἄνθρωπος οὔτε κανένα ἄλλο πλᾶσμα νά εἶχε ποτέ δημιουργηθῆ, σάν νά βρισκόταν μόνη μπροστά στό μόνο Θεό. Δέν συγκέντρωσε τήν προσοχή της σέ κανένα ἀπό τά κτίσματα, οὔτε προσηλώθηκε σέ τίποτε ἀπολύτως ἀπό ὅ,τι ὑπάρχει στόν κόσμο. Ἀλλά ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή πού ἦρθε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους, τούς ἀποχωρίσθηκε κατά τό καλύτερο μέρος. Κι ἔτσι, ἔχοντας ξεπεράσει ὅλην τήν κτίση, τή γῆ, τόν οὐρανό, τόν ἥλιο, τά ἀστέρια, τόν ἴδιο τό χορό τῶν ἀγγέλων, πού περιβάλλει τό Θεό, δέν σταμάτησε παρά ἀφοῦ ἑνώθηκε μέ τόν καθαρό Θεό, ἡ καθαρή. Κι ἀναδείχθηκε ἱερώτερη ἀπό τίς θυσίες, τιμιώτερη ἀπό τά θυσιαστήρια γιά τό Θεό, τόσο πιό ἅγια ἀπό τούς δίκαιους καί τούς προφῆτες καί τούς ἱερεῖς, ὅσο ἁγιώτερος ἀπό αὐτούς πού ἁγιάζονται εἶναι ἐκεῖνος πού τούς ἁγιάζει. Γιατί βέβαια κανείς δέν ἦταν ἅγιος πρίν γεννηθῆ ἡ μακαρία. Αὐτή πρώτη καί μοναδική, ἀπαλλαγμένη ἐντελῶς ἀπό τήν ἁμαρτία, παρουσιάσθηκε πραγματικά ἁγία καί ἁγία ἁγίων κι ὅ,τι ἀκόμη περισσότερο θά μποροῦσε κανείς νά πῆ. Κι ἄνοιξε καί στούς ἄλλους τήν πόρτα τῆς ἁγιωσύνης μέ τό νά ἔχη προετοιμασθῆ κατάλληλα γιά τήν ὑποδοχή τοῦ Σωτῆρα, ἀπό ὅπου ἦλθε ἡ ἁγιότης καί στούς προφῆτες καί στούς ἱερεῖς καί σέ ὁποιονδήποτε ἄλλον ἀξιώθηκε νά συμμετάσχη στά θεῖα μυστήρια.

Γιατί ὁ καρπός τῆς Παρθένου εἶναι ἐκεῖνος πού πρῶτος καί μόνος ἔφερε τήν ἁγιότητα στόν κόσμο. Αὐτό ἀκριβῶς σημαίνει ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ μακάριος Παῦλος: “πρόδρομος γιά χάρη μας εἰσῆλθε ὁ Ἰησοῦς εἰς τά ἅγια”. Γιατί, ἄν συμβαίνη νά λέγεται ὅτι καί πρίν νά ἔρθη ὁ Σωτήρας, πολλοί ἄνθρωποι ἀξιώθηκαν νά ἔχουν αὐτήν τήν ἐπωνυμία, αὐτό ὀφφείλεται στό ὅτι ἔλαβαν μέρος στά μυστήρια τῆς θείας οἰκονομίας, συμμετέχοντας στίς προτυπώσεις τους. Γι’ αὐτό τό λόγο λέγει ὁ Παῦλος ὅτι καί πρίν ἀκόμη “ὀνειδισθῆ ὁ Χριστός, ὁ Μωϋσῆς προτίμησε ἀπό τούς θησαυρούς τῆς Αἰγύπτου τόν ὀνειδισμό τοῦ Χριστοῦ”. Γιά τόν ἴδιο λόγο καί πρίν ἀκόμη νά ἔλθη στή γῆ ὁ ἄρτος “ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς”, πρίν νά δοθῆ στούς ἀνθρώπους τό Πνεῦμα τό ἅγιον -ἀφοῦ “ὁ Ἰησοῦςδέν εἶχε ἀκόμη δοξασθῆ”- ἦταν δυνατόν στούς Ἑβραίους τό βάπτισμα καί ἡ πνευματική μετάδοση ψωμιοῦ καί νεροῦ. Καί ἀκόμη, γιά νά μπορέσουν νά εἶναι καλά παρασκευασμένοι γιά τήν ἀληθινή ἁγιότητα κι ἕτοιμοι νά ὑποδεχθοῦν τήν ἀκτίνα ἐκείνη ἀπό τήν ὁποία ἀνέτειλε ἡ σωτηρία. Μέ αὐτά συμφωνεῖ ἀκριβῶς ἐκεῖνο πού εἶπε ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας: “ὑπέρ αὐτῶν ἐγώ ἁγιάζω ἐμαυτόν, ἵνα καί αὐτοί ὦσιν ἡγιασμένοι ἐν ἀληθείᾳ”. Ἔτσι καταλαβαίνουμε πώς οἱ παλιοί ἐκεῖνοι ἅγιοι, μιά καί ὁ Σωτῆρας δέν εἶχε ἀκόμη φανερωθῆ, δέχθηκαν τόν ἁγιασμό διά μέσου σκιῶν καί συμβόλων. Εἶναι αὐτό πού λέγει ὁ Παῦλος ὅτι δηλαδή “ὅλοι αὐτοί οἱ ἅγιοι ἄνδρες, καίτοι ἔλαβαν ἐγκωμιαστική μαρτυρία γιά τήν πίστη τους, δέν ἀπήλαυσαν τήν ὑπόσχεση τῆς οὐράνιας κληρονομίας... γιά νά μήν τελειωθοῦν χωρίς ἐμᾶς”!

13. Ποιός λόγος εἶναι ἀρκετός γιά νά ὑμνήση, ὦ μακαρία, τήν ἀρετή σου, τίς χάριτες πού σοῦ δώρισε ὁ Σωτήρας, αὐτές πού σύ δώρισες στήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων; Κανείς, ἔστω κι ἄν “λαλῆ τίς γλώσσες τῶν ἀνθρώπων καί τῶν ἀγγέλων”, ὅπως θἄλεγε ὁ Παῦλος. Προσωπικά μοῦ φαίνεται ὅτι τό νά καταλαβαίνη κανείς καί νά διακηρύσση σωστά καί ὅπως πρέπει τά μεγαλεῖα σου, ἀποτελεῖ τμῆμα τῆς αἰώνιας μακαριότητος πού ἀπόκειται στούς δικαίους. Γιατί κι αὐτά “ὀφθαλμός δέν τά εἶδε καί αὐτί ἀνθρώπινο δέν τά ἄκουσε” κι “ὁ κόσμος ὁλόκληρος δέν μπορεῖ νά τά χωρέση”, σύμφωνα μέ τόν περιώνυμο Ἰωάννη. Τά δικά σου μεγαλεῖα ἀνήκουν μόνο στό χῶρο ἐκεῖνο, ὅπου “ὁ οὐρανός εἶναι καινός καί ἡ γῆ καινή, τό χῶρο πού φωτίζεται ἀπό τόν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος Ἥλιος οὔτε προηγεῖται οὔτε ἕπεται τό σκοτάδι, ἐκεῖ ὅπου ὑμνητής τῶν μεγαλείων σου εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρας καί ἄγγελοι αὐτοί πού χειροκροτοῦν”. Σ’ αὐτόν μόνο πράγματι τό χῶρο μπορεῖ νά σοῦ προσφερθῆ ἡ ὑμνωδία πού σοῦ ἀξίζει. Οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀδύνατον νά ὁλοκληρώσουμε τήν ὕμνησή σου. Τόσο μόνο μποροῦμε νά σέ ὑμνήσουμε, ὅσο χρειάζεται γιά νά ἁγιάσουμε τή γλῶσσα καί τήν ψυχή μας. Γιατί καί μόνο ἕνας λόγος καί μιά ἀνάμνηση πού ἀναφέρεται σέ κάποιο ἀπό τά δικά σου μεγαλεῖα, ἀνυψώνει τήν ψυχή καί κάνει καλύτερο τό νοῦ καί μᾶς μετατρέπει ὅλους ἀπό σαρκικούς σέ πνευματικούς καί ἀπό βέβηλους σέ ἁγίους.

Ἀλλ’, ὦ Παρθένε, σύ πού εἶσαι κάθε ἀγαθό, κάθετι πού ξέρουμε σ’ αὐτή τή ζωή κι ὅ,τι θά μάθουμε, ὅταν ἀφήσουμε τόν κόσμο! Ὦ σύ πού ἀρχίζοντας ἀπό τόν ἑαυτό σου, ὁδήγησες καί τούς ἄλλους πρός τή μακαριότητα καί τήν ἁγιωσύνη! Ὦ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καί φῶς τοῦ κόσμου καί ὁδός πού ὁδηγεῖ στό Σωτῆρα καί θύρα καί ζωή, σύ πού εἶσαι ἀξία νά ὀνομάζεσαι μέ ὅλα ἐκεῖνα τά ὀνόματα μέ τά ὁποῖα προσφωνήθηκε γιά τή σωτηρία πού μᾶς χάρισε ὁ Σωτῆρας. Γιατί αὐτός εἶναι ὁ αἴτιος καί σύ ἡ “συναίτιος” τοῦ δικοῦ μου ἁγιασμοῦ καί ὅλων ἐκείνων τά ὁποῖα ἀπό τό Σωτῆρα διά μέσου σοῦ καί τῶν δικῶν σου ἀπήλαυσα μόνο· Αἷμα δικό σου εἶναι τό αἷμα πού καθαρίζει τίς ἁμαρτίες τοῦ κόσμου. Δικό σου μέλος εἶναι τό σῶμα μέσα στό ὁποῖο ἁγιάστηκα, μέσα στό ὁποῖο βρίσκεται ἡ Καινή Διαθήκη καί κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Δικό σου σπλάχνο εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Ὦ σύ Παρθένε πού εἶσαι ἀνώτερη ἀπό κάθε ἔπαινο κι ἀπό κάθε ὄνομα πού θά μποροῦσε νά σέ χαρακτηρίση, δέξου αὐτόν τόν ὕμνο μας καί μήν παραβλέψης τήν προθυμία. Καί δῶσε νά μπορέσουμε νά κατανοήσουμε καί νά ψάλλουμε κάπως καλύτερα τά μεγαλεῖα σου καί τώρα, σ’ αὐτή τή ζωή, καί μετά ἀπό αὐτήν, στήν αἰωνία. ΑΜΗΝ.




[1] Νικολάου Καβάσιλα, Ἡ Θεομήτωρ, Εἰς τήν Κοίμησιν, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας – δ΄ ἔκδοση, 1995, (παρ. 6, σελ. 185, παρ. 8, σελ. 195, παρ. 13, σελ. 217).