Πέμπτη 8 Ιουλίου 2010

ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ

1. Τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Στήν πάνσεπτη κοίμηση τῆς πανυπέραγνης Δέσποινάς μας Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας[1]

1. Τήν ὁμιλία μου σήμερα πρός τήν ἀγάπη σας καί πόθος τήν συνθέτει καί χρέος, ὄχι μόνο διότι καί θέλω ἐξ αἰτίας τῆς πρός ἐσᾶς ἀγάπης καί ὀφείλω κατά τούς ἱεροῦς θεσμούς νά ἐμβάλλω λόγο σωτήριο στίς φιλόθεες ἀκοές σας καί νά θρέψω με αὐτόν τίς ψυχές σας, ἀλλά καί διότι περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλο θέμα χρεωστῶ καί ἀγαπῶ νά διηγοῦμαι στήν ἐκκλησία τά μεγαλεῖα τῆς ἀειπάρθενης καί Θεομήτορος. Ἀλλά ὁ μέν πόθος, πού ἀντί ἁπλός εἶναι διπλός, ἀνυψώνει καί παρακαλεῖ καί προτρέπει, ἡ δέ ἀνάγκη τοῦ χρέους καί βιάζει, ὁ λόγος ὅμως δέν μπορεῖ νά προσεγγίση τά ὑπεράνω τοῦ λόγου, ὅπως οὔτε ὀφθαλμός δέν μπορεῖ νά προσβλέπη ἀτενῶς πρός τόν ἥλιο. Ἐπειδή ὅμως δέν εἶναι μέν δυνατό νά ἐκφρασθοῦν τά ὑπέρ λόγο, εἶναι ὅμως δυνατό κατά φιλανθρωπία τῶν ὑμνουμένων νά ὑμνοῦμε, ἐπιτρέπεται καί τά ἄψαυστα νά μή ψαύσωμε καθόλου καί τήν μέ τά λόγια ὀφειλή ν’ ἀποδώσωμε καί τόν πρός τή Θεομήτορα πόθο ν’ ἀφιερώσωμε διά τῶν κατά τή δύναμί μας ὕμνων.

2. Ἄν δέ «ὁ θάνατος τῶν ὁσίων εἶναι τίμιος καί ἡ μνήμη δικαίου συνοδεύεται ἀπό ἐγκώμια», πόσο μᾶλλον τή μνήμη τῆς ἁγίας τῶν ἁγίων, διά τῆς ὁποίας ἐπέρχεται ὅλη ἡ ἁγιότης στούς ἁγίους, δηλαδή τή μνήμη τῆς ἀειπάρθενης καί Θεομήτορος, πρέπει νά τήν ἐπιτελοῦμε μέ τίς μεγαλύτερες εὐφημίες; Ὅπως ἄλλωστε τό πράττομε σήμερα πού ἑορτάζομε τήν ἐπέτειο τῆς ἁγίας κοιμήσεως ἤ μεταστάσεώς της, πού ἄν καί μέ αὐτή εἶναι ὀλίγο κατωτέρα ἀπό τούς ἀγγέλους, ἐξέπέρασε σέ ἀσύγκριτο βαθμό καί τούς ἀγγέλους καί τούς ἀρχαγγέλους καί ὅλες τίς ἐπάνω ἀπό αὐτούς ὑπερκόσμιες δυνάμεις διά τῆς ἐγγύτητος πρός τόν Θεό τῶν ὅλων καί διά τῶν ἀνέκαθεν γραμμένων καί πραγματοποιημένων σ’ αὐτήν θαυμασίων.

3. Διότι γι’ αὐτήν συνέβησαν θεῖες προρρήσεις θεολήπτων προφητῶν, θαυματουργίες πού προεδείκνυαν ὅτι ἐπρόκειτο νά ἔλθη τό μέγα θαῦμα τῆς οἰκουμένης, αὐτή ἡ ἀειπάρθενη Θεομήτωρ, μεταβολές γενῶν καί πραγμάτων, πού προειδοποιοῦσαν τήν ἔκβασι τοῦ γύρω ἀπό αὐτήν παραδόξου μυστηρίου, διατάξεις τοῦ Πνεύματος πού προδιατύπωναν ποικιλοτρόπως τήν ἀλήθεια πού θά πραγματοποιόταν. Τέλος, μᾶλλον δέ ἀρχή καί ρίζα τῶν παραπέρα θαυμάτων καί πραγμάτων, ἐπαγγελία τοῦ Θεοῦ τελεσφόρος πρός τόν Ἰωακείμ καί τήν Ἄννα, τούς τότε κορυφαίους στήν ἀρετή, ὅτι οἱ ἀπό τή νεότητά τους ἄγονοι θά τεκνοποιήσουν σέ βαθύ γῆρας καί μάλιστα θά τεκνοποιήσουν ἐκείνην πού θά τεκνοποιήση ἀσπόρως τόν ἀχρόνως γεννημένον πρό αἰώνων ἀπό τόν Θεό Πατέρα. Ἐπίσης δέ εὐχή ὅτι αὐτοί πού τόσο παράδοξα ἐγέννησαν τήν μέλλουσα νά τεκνοποιήσει παραδοξότερα ὅτι θά ἀντιδώσουν τήν δοσμένη στόν δότη, ἀξιοθαύμαστη εὐχή σύμφωνα μέ τήν ὁποία ἔγινε ἐξαίσια μετοίκησις τῆς Θεομήτορος, βρέφους ἀκόμη, ἀπό τόν οἶκο τοῦ πατέρα της στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί παράδοξη παραμονή ἐπί ὄχι ὀλίγα χρόνια σ’ αὐτά τά ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου ἀπόρρητη τροφή ἐχορηγεῖτο μέ φροντίδα ἀγγέλων, τροφή πού δέν μπόρεσε νά γευθῆ ὁ Ἀδάμ, διότι τότε δέν θά ἐξάπιπτε ἀπό τή ζωή, ὅπως δέν ἐξέπεσε οὔτε ἡ πάναγνη αὐτή ἄν καί ἐξ αἰτίας ἐκείνου ὑποχωρώντας γιά λίγο στίς φυσικές ἀπαιτήσεις, ὅπως καί ὁ υἱός Της, τώρα μετέβη ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό.

4. Ἀλλά βέβαια μετά τήν ἀπόρρητη ἐκείνη τροφή, συνέβησαν σχετικά μέ τήν Παρθένο αὐτήν μυστικωτάτη οἰκονομία μνηστείας καί ἀσπασμός παράδοξος καί ὑπεράνω λογικῆς δι’ ἀρχαγγέλου πού ἐπέταξε ἀπό ἐπάνω καί μηνύματα καί προσφωνήσεις Θεοῦ, ἀντίστροφα πρός τήν καταδίκη τῆς Εὔας καί τοῦ Ἀδάμ καί θεραπευτικά τῆς πρός ἐκείνους κατάρας, τήν ὁποία μετατρέπουν σ’ εὐλογία. Διότι τό μυστικό κάλλος αὐτῆς τῆς ἀειπάρθενης ἐπεθύμησε ὁ βασιλεύς τοῦ παντός, ὅπως προεφήτευσε ὁ Δαβίδ, καί κλίνοντας τούς οὐρανούς κατέβηκε καί τήν ἐπεσκίασε, μᾶλλον δέ ἐνοίκησε σ’ αὐτήν ἡ ἐνυπόστατη δύναμις Ὑψίστου, καθ’ ὅσον δέν ἔδειξε τήν παρουσία Του διά γνόφου καί πυρός, ὅπως ἐπί τοῦ θεόπτη Μωϋσέως, οὔτε διά λαίλαπος καί νεφέλης, ὅπως ἐπί τοῦ προφήτη Ἡλία, ἀλλά ἀμέσως χωρίς παραπέτασμα ἡ δύναμις τοῦ Ὑψίστου ἐπισκιάζει τήν πανυπέραγνη καί παρθενική γαστέρα, χωρίς νά ὑπάρχη τίποτε ἐνδιάμεσο, οὔτε ἀέρας οὔτε αἰθέρας, οὔτε κάτι ἀπό τά αἰσθητά οὔτε κάτι ἐπάνω ἀπό αὐτά, τοῦτο δέ δέν εἶναι ἐπισκίασις, ἀλλά καθαρά ἕνωσις.

5. Ἐπειδή δέ ἐκ φύσεως συμβαίνει πάντοτε τό σκιάζον νά σχηματίζη τή μορφή καί τόν χαρακτῆρα του στό σκιαζόμενο, δέν ἔγινε μόνο ἕνωσις στή γαστέρα, ἀλλά καί μόρφωσις καί τό μορφωμένο ἀπό τά δύο, ἀπό τήν δύναμι τοῦ Ὑψίστου δηλαδή καί ἀπό ἐκείνη τήν παναγία καί παρθενική γαστέρα, ἦταν ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ σεσαρκωμένος. Ἔτσι ἐσκήνωσε σ’ αὐτή ἀπορρήτως καί ἀπό αὐτήν προῆλθε σαρκοφόρος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ “καί ἐφάνηκε ἐπάνω στή γῆ καί συνανστράφηκε μέ τούς ἀνθρώπους”, θεουργῶντας τή φύσι μας καί χαρίζοντάς μας κατά τόν θεῖο ἀπόστολο ἀγαθά, “τά ὁποῖα ἐπιθυμοῦν νά παρακοιτάζουν ἄγγελοι”. Καί αὐτό εἶναι τό ὑπερφυές ἐγκώμιο καί ἡ ὑπερένδοξη δόξα Αὐτῆς τῆς ἀειπαρθένου, ἐνώπιον τῆς ὁποίας ἡττᾶται κάθε νοῦς καί λόγος, ἀκόμη καί ἀγγελικός ἄν εἶναι. Τά δέ μετά τήν ἀπόρρητη γέννησι ποιός λόγος θά μποροῦσε νά τά ἐκφράση; Διότι συμπράττοντας καί συμπάσχοντας μέ τήν διά μέσου αὐτῆς ὑψοποιό κένωσι τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, συνδοξαζόταν καί συνανυψωνόταν δικαίως αὐξάνοντας πάντοτε τά μεγαλεῖα μέ ὑπερφυεῖς προσθῆκες. Ἀλλά καί μετά τήν ἄνοδο στούς οὐρανούς τοῦ σαρκωθέντος ἀπό αὐτήν, τά μεγαλεῖα πού εἶχαν τελεσθῆ σ’ αὐτήν ἀπό αὐτόν ὑπεράνω νοῦ καί λόγου, τά συναγωνιζόταν μέ τήν καρτερικωτάτη καί πολυειδῆ ἄσκησι καί μέ τίς ὑπέρ ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου εὐχές καί φροντίδες καί μέ τίς συστάσεις καί προτροπές πρός τούς θεοκήρυκες πού ἐγύρισαν τά πέρατα, αὐτή ἦταν στήριγμα μαζί καί παρηγορία ὅλων, ἀκουσμένη καί βλεπομένη καί συνεργαζομένη παντοιοτρόπως στό κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου κι ἔτσι ἔδειξε κατά νοῦ καί λόγο βίο ἄκρως ἀποτελεσματικό καί πολιτεία.

6. Γι’ αὐτό λοιπόν καί ὁ θάνατός της εἶναι ζωηφόρος μεταβιβάζοντας σέ οὐράνια κι ἀθάνατη ζωή κι ἡ μνήμη τούτου εἶναι χαρμόσυνη ἑορτή καί παγκόσμια πανήγυρις πού ὄχι μόνο ἀνανεώνει τή μνήμη τῶν θαυμασίων τῆς Θεομήτορος, ἀλλά καί προσθέτει τήν κοινή καί παράδοξη συνάθροισι τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων ἀπό κάθε μέρος τῆς γῆς γιά τήν πανίερη κηδεία της, τούς μέ τήν εὐκαιρία αὐτή θεοφαντορικούς τῶν θεολήπτων ἐκείνων ὕμνους, τίς ἀγγελικές ἐπιστασίες καί τίς χοροστασίες καί λειτουργίες γι’ αὐτήν, τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι προπέμπουν, ἀκολουθοῦν, συμπράττουν, ἀντιπράττουν, ἀποκρούουν, ἀμύνονται, οἱ ὁποῖοι συνεργοῦν καί μέ ὅλη τή δύναμι συμφωνοῦν πρός ἐκείνους πού δι’ ὅλων τῶν μέσων ἐγκωμιάζουν τό ζωαρχικό καί θεοδόχο ἐκεῖνο σῶμα, τό σωστικό φάρμακο τοῦ γένους μας, τό σεμνολόγημα ὅλης τῆς κτίσεως, οἱ ὁποῖοι πολεμοῦν καί ἀντικρούουν μέ κρυφό χέρι τούς Ἰουδαίους, διότι ἐπεμβαίνουν καί ξεσηκώνονται μέ θεομάχο χέρι καί γνώμη, ἐνῶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Σαβαώθ καί υἱός αὐτῆς τῆς ἀειπάρθενης εἶναι ἀοράτως παρών καί ἀποδίδει στή Μητέρα τήν ἐξόδιο τιμή. Σέ αὐτοῦ τά χέρια ἐναπέθεσε καί τό θεοφόρο πνεῦμα, διά τοῦ ὁποίου ἔπειτα ἀπό λίγο μεταθέτει καί τό συζυγικό πρός ἐκεῖνο σῶμα σέ χῶρο ἀείζωο καί οὐράνιο, εὐλόγως καί συμφώνως πρός τήν ἀρχή γι’ αὐτήν ἕως τώρα.

7. Πραγματικά πολλοί ἀπό παλαιά ἐπέτυχαν θεία εὐμένεια καί δόξα καί δύναμι, ὥστε νά λέγη ὁ Δαβίδ “γιά μένα εἶναι πολύτιμοι οἱ φίλοι σου, Θεέ, οἱ ἀρχές των εἶναι πολύ δυνατές, θά τίς ἀπαριθμήσω καί θά ὑπερβοῦν τήν ἄμμο σέ πλῆθος” καί “πολλοί”, κατά τόν Σολομῶντα “ἀπέκτησαν πλοῦτο καί πολλές θυγατέρες ἄσκησαν δύναμι, αὐτή δέ ὑπερβαίνει καί ξεπερνᾶ ὅλους καί ὅλες”, τόσο πού δέν εἶναι εὔκολο νά λεχθῆ. Διότι μόνο αὐτή εὑρισκομένη ἀνάμεσα στό Θεό καί σ’ ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος, τόν μέν Θεό κατέστησε υἱόν ἀνθρώπου, τούς δέ ἀνθρώπους ἔκαμε υἱούς Θεοῦ, οὐρανώσασα τήν γῆ καί θεώσασα τό γένος καί μόνο αὐτή ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες ἀναδείχθηκε μητέρα Θεοῦ ἐκ φύσεως ἐπάνω ἀπό κάθε φύσι, ὑπῆρξε δέ μέ τόν ἄφραστο τόκο βασίλισσα κάθε ἐγκοσμίου καί ὑπερκοσμίου κτίσματος. Κι ἔτσι, ὑψώνοντας μόνη της τούς κάτω ἀπό αὐτήν ἀποδεικνύοντας τούς ἐπί τῆς γῆς ὑπηκόους ἀντί ἐπιγείων οὐρανίους, μετέχοντας ἀνωτέρας ἀξίας καί μεγαλυτέρας δυνάμεως, ὡρίσθηκε ὑψηλοτάτη καί μακαριωτάτη βασίλισσα μακαρίου γένους.

8. Τώρα, ἔχοντας καί τόν οὐρανό κατάλληλο κατοικητήριο, ὡς ταιριαστό της βασίλειο, στό ὁποῖο μετατέθηκε σήμερα ἀπό τή γῆ, ἐστάθηκε καί στά δεξιά τοῦ παμβασιλέως μέ διάχρυσο ἱματισμό ἐνδεδυμένη καί στολισμένη, ὅπως λέγεται γι’ αὐτήν ἀπό τόν ψαλμωδό προφήτη. Ὡς ἱματισμό δέ διάχρυσο πρέπει νά ἐννοήσης τό διαυγές σῶμα της στολισμένο μέ τίς παντοειδεῖς ἀρετές, διότι μόνο αὐτή κατέχει τώρα μαζί με΄τό θεοδόξαστο σῶμα καί μέ τόν Υἱό τόν οὐράνιο χῶρο. Δέν μποροῦσε πραγματικά γῆ καί τάφος καί θάνατος νά κρατῆ ἕως τό τέλος τό ζωαρχικό καί θεοδόχο σῶμα της καί ἀγαπητό ἐνδιαίτημα οὐρανοῦ καί τοῦ οὐρανοῦ τῶν οὐρανῶν. Διότι, ἄν ἡ μία ψυχή πού ἔλαβε ὡς ἔνοικο τήν χάρι τοῦ Θεοῦ, ἀνέρχεται πρός τόν οὐρανό, ὅταν ἀπολυθῆ ἀπό τά ἐδῶ, ὅπως ἔχει γίνει φανερό διά πολλῶν ἐπιχειρημάτων καί πιστεύομε, πῶς δέν θά ἀναλαμβανόταν ἀπό τή γῆ πρός τόν οὐρανό τό σῶμα πού ὄχι μόνο ἔλαβε μέσα του τόν ἴδιο τόν προαιώνιο καί μονογενῆ Υἱό τοῦ Θεοῦ, τήν ἀέναη πηγή τῆς χάριτος, ἀλλά καί ἐγέννησε Αὐτόν; Ἐκείνη πού ἦταν σέ ἡλικία μόλις τριῶν ἐτῶν καί δέν εἶχε λάβει ἀκόμη ἔνοικο τόν ὑπερουράνιο καί δέν τόν εἶχε καταστήσει σαρκοφόρο, ἐκείνη πού κατοικοῦσε τά ἅγια τῶν ἁγίων, ἀφοῦ ἔγινε ὑπεροχική καί πραγματικά ὑπερκόσμια διά τόσων μεγάλων καί τόσων πολλῶν ἔργων καί κατά τό σῶμα, θά ἐγινόταν γῆ ὑφισταμένη διαφθορά; Καί πῶς θά μποροῦσε νά θεωρηθῆ τοῦτο λογικό ἀπό ἐκείνους πού ἐξετάζουν τά πράγματα λογικῶς;

9. Γι’ αὐτό εὐλόγως τό σῶμα πού ἐγέννησε, συνδοξάζεται μέ τό γέννημα διά θεοπρεποῦς δόξης καί, κατά τό προφητικό ᾆσμα, μαζί μέ τόν προηγουμένως ἀναστάντα τριήμερον Χριστό συνανίσταται ἡ κιβωτός τοῦ ἁγιάσματός Του. Καί ἀποδεικτικό γιά τούς μαθητάς στοιχεῖο περί τῆς ἀναστάσεώς της ἀπό τούς νεκρούς γίνονται τά σινδόνια καί τά ἐντάφια πού μόνα ἀπέμειναν στόν τάφο καί πού μόνα εὑρέθηκαν σ’ αὐτόν ἀπό ἐκείνους πού προσῆλθαν νά τήν ζητήσουν, ὅπως συνέβηκε προηγουμένως μέ τόν Υἱό καί Δεσπότη. Δέν ἐχρειάσθηκε ὅμως νά μείνη καί αὐτή ἐπίσης γιά λίγο ἐπάνω στή γῆ, ὅπως ὁ Υἱός της καί Θεός, γι’ αὐτό ἀναλήφθηκε ἀμέσως ἀπό τόν τάφο πρός τόν ὑπερουφάνιο χῶρο, ἀπό ὅπου πάλι ἀστράπτει τίς μαρμαρυγές καίτίς χάριτες μέχρι τῆς γῆς λαμρότατες καί θειότατες, φωτίζοντας ἀπό ἐκεῖ ὅλο τόν περίγειο χῶρο καί ἀπό ὅλους τούς πιστούς προσκυνεῖται καί θαυμάζεται καί ὑμνεῖται.

10. Σάν νά θέλησε δηλαδή ὁ Θεός νά στήση εἰκόνα κάθε καλοῦ καί νά δείξη τήν ἰδική Του εἰκόνα γύρω ἀπό αὐτά καθαρῶς καί σέ ἀγγέλους καί σέ ἀνθρώπους, τόσο ὡραίαν πραγματικά κατεσκεύασε καί αὐτήν. Συνάθροισε λοιπόν ὅλα ἐκεῖνα διά τῶν ὁποίων ἐστόλισε τά πάντα μέ τή σειρά, καθιστώντας την κοινό κόσμο ὁρατῶν καί ἀοράτων ἀγαθῶν, ἤ μᾶλλον ἀναδεικνύοντάς την κοινό κρᾶμα ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων καλῶν καί ἀνωτέρα καλλονή πού διακοσμεῖ καί τούς διακόσμους πού ἄρχισε μέν ἀπό τή γῆ, ἔφθασε δέ ἕως τόν οὐρανό καί μάλιστα τόν ἐπέρασε κι αὐτόν, μέ τήν ἀνάληψί της τώρα ἀπό τόν τάφο στόν οὐρανό, συνῆψε τά κάτω μέ τά ἄνω καί περιέκλεισε τό πᾶν μέ τά γύρω της θαυμάσια, ὥστε καί τό ὅτι εἶναι ἠλαττωμένη πολύ λίγο ἀπό τούς ἀγγέλους, καθώς ἔχει λεχθεῖ στήν ἀρχή κι ἐννοῶ τό ὅτι ἐγεύθηκε τόν θάνατο, αὐξάνει τήν κατά πάντα ὑπεροχή τῆς Θεομήτορος, Γι’ αὐτό δικαίως σήμερα τά πάντα συγκροτοῦν καί συνεπιτελοῦν τήν πανήγυρι ἐπ’ εὐκαιρία του.

11. Ἔπρεπε λοιπόν αὐτή πού ἐχώρησε ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος πληρώνει τά πάντα καί εἶναι ἐπάνω ἀπό τά πάντα, νά φθάση κι αὐτή τά πάντα καί νά ὑπερβῆ τά πάντα μέ τίς ἀρετές της, μέ τό μέγεθος τῆς ἀξίας της. Τώρα πραγματικά, ὅσα ἤρκεσαν στούς ἀπό ὅλους τούς αἰῶνες ἀρίστους μοιράζοντάς τα μεταξύ τους, ὥστε νά γίνουν ἄριστοι καί ὅσα ἔχουν ὅλοι ἐπί μέρους οἱ εὐαρεστήσαντες τόν Θεό, ἄγγελοι καί ἄνθρωποι, συνδυάζοντάς τα ὅλα καί τελειώνοντάς τα μόνη αὐτή μέ περίσσεια ὑπεράνω περιγραφῆς, ἔχει καί τοῦτο τώρα παραπάνω ἀπό ὅλους, τό ὅτι ἀπαθανατίσθηκε μετά θάνατο καί μόνη αὐτή διαιτᾶται μέ τό σῶμα στόν οὐρανό μαζί μέ τόν Υἱό καί Θεό. Ἔτσι ὑπερεκχύνει ἀπό ἐκεῖ καί πρός τούς τιμῶντας την τήν πλουσιωτάτη χάρι, χαρίζοντας σ’ αὐτούς τήν ἱκανότητα νά ἀνυψώνωνται πρός αὐτήν πού εἶναι δίσκος μέ τόσο μεγάλες χάριτες καί δίδει ἐπί πλέον ἀπό ἀγαθότητα τά ἀνώτερα καί δέν σταματᾶ ποτέ αὐτήν τήν ὠφέλιμη σ’ ἐμᾶς εἰσφορά καί πλουσία δωρεά. Ἀποβλέποντας λοιπόν κανείς πρός τοιαύτη συνδρομή καί χορηγία, θά εἰπῆ ὅτι ἡ Παρθένος πράττει τήν ἀρετή καί στούς ζῶντας κατά τήν ἀρετή. Τοῦτο εἶναι ὅ,τι πράττει ὁ ἥλιος στό αἰσθητό φῶς καί στούς κάτω ἀπό αὐτό ζῶντας. Ἐάν ὅμως φέρη τό βλέμμα τῆς διανοίας πρός τόν ἥλιο πού ἀνέτειλε ἐξαισίως ἀπό τήν Παρθένο αὐτή στούς ἀνθρώπους, ὁ ὁποῖος ἔχει καί παραέχει ἐκ φύσεως ὅλα ὅσα ἔχουν προστεθῆ σ’ αὐτήν κατά χάρι, τότε ἡ Παρθένος θά φανῆ ἀμέσως οὐρανός, διότι ἔχει τόσο εὐγενεστέρα ἀπό τούς κάτω καί ὑπεράνω τοῦ οὐρανοῦ θείως χαριτωμένους καλοτυχία μέ ὅλα τά ἀγαθά, ὅσο ὁ μέν οὐρανός εἶναι μεγαλύτερος ἀπό τόν ἥλιο, ὁ δέ ἥλιος εἶναι λαμπρότερος τοῦ οὐρανοῦ.

12. Ποιός λόγος μπορεῖ νά περιγράψη τό θεόλαμπρο κάλλος σου, Θεομῆτορ Παρθένε; Διότι δέν εἶναι δυνατό νά ὁρισθοῦν τά γνωρίσματά σου μέ λογισμούς καί λόγους, ὅλα ξεπερνοῦν καί τό νοῦ καί τό λόγο. Εἶναι ὅμως δυνατό νά ὑμνῆσαι, ἐφ’ ὅσον τό δέχεσαι φιλανθρώπως. Διότι σύ εἶσαι τόπος ὅλων τῶν χαρίτων καί πλήρωμα παντοειδοῦς καλοκαγαθίας, ἔμψυχος πίναξ καί εἰκών κάθε ἀγαθοῦ καί κάθε χρηστότητος, ἀφοῦ εἶσαι ἡ μόνη πού ἀξιώθηκες ὅλα μαζί τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος καί μάλιστα ἀφοῦ εἶσαι ἡ μόνη πού ἔλαβες παραδόξως ἔνοικο στά σπλάγχνα σου ἐκεῖνον, στόν ὁποῖον εὑρίσκονται οἱ θησαυροί ὅλων τούτων τῶν χαρισμάτων κι ἔγινες παράδοξη σκηνή τούτου, τώρα δέ διά τοῦ θανάτου ἐπροχώρησες ἀπό ἐδῶ πρός τήν ἀθανασία καί δικαίως μετέστης ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό γιά νά εἶσαι συγκάτοικος μέ αὐτόν στά ὑπερουράνια σκηνώματα διαπαντός καί ἀπό ἐκεῖ νά ἐπιστατεῖς στήν κληρονομία σου καί μέ τίς ἀκοίμητες πρός αὐτόν πρεσβεῖες νά ἐξιλεώνεις τοῦτον πρός ὅλους.

13. Ὅσο πλησιέστερα ἀπό τούς πλησιάζοντας τόν Θεό εἶναι, τόσο μεγαλύτερα πρεσβεῖα ἀπό ὅλους ἀξιώθηκε ἡ Θεοτόκος καί δέν ἐννοῶ δέ μόνο τούς ἀνθρώπους ἀλλά κι αὐτές ὅλες τίς ἀγγελικές ἱεραρχίες. Πραγματικά γιά τήν ἀνώτατη ταξιαρχία τούτων γράφει ὁ Ἠσαΐας “καί τά Σεραφείμ ἐστέκονταν γύρω του” γι’ αὐτήν δέ πάλι λέγει ὁ Δαβίδ, “παρέστη ἡ βασίλισσα στά δεξιά σου”. Βλέπετε τή διαφορά τῆς στάσεως; Ἀπό αὐτήν μπορεῖτε νά καταλάβετε καί τή διαφορά τῆς κατά τήν ἀξία τάξεως, διότι τά Σεραφείμ ἦσαν γύρω ἀπό τόν Θεό, πλησίον δέ στόν ἴδιο μόνο ἡ βασίλισσα, ἡ ὁποία θαυμάζεται καί ἐγκωμιάζεται ἀπό τόν ἴδιο τόν Θεό πού εἶναι σάν νά τήν ἀνακηρύττη πρός τίς γύρω του δυνάμεις καί νά λέγη κατά τά λόγια τοῦ ᾌσματος τῶν ᾈσμάτων “τί καλή ἡ πλησίον μου!”. Εἶναι λαμπροτέρα τοῦ φωτός, ἀνθηρότερη ἀπό τούς θείους παραδείσους, ἁρμονικώτερη ἀπό ὅλον τόν ὁρατό καί ἀόρατο κόσμο. Εἶναι δέ ὄχι μόνο πλησίον, ἀλλά καί ἀπό τά δεξιά, εὐλόγως, διότι ὅπου ἐκάθησε ὁ Χριστός στόν οὐρανόν, δηλαδή στά δεξιά τῆς μεγαλωσύνης, ἐκεῖ στέκεται κι αὐτή τώρα πού ἀνέβηκε ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό, ὄχι μόνο διότι ποθεῖ καί ἀντιποθεῖται περισσότερο ἀπό ὅλους καί λόγῳ τῶν φυσικῶν θεσμῶν ἄλλωστε, ἀλλά καί διότι εἶναι ἀληθινά θρόνος του, ὅπου δέ κάθεται ὁ βασιλεύς, ἐκεῖ στέκεται καί ὁ θρόνος.

14. Τοῦτον τόν θρόνο ἔβλεπε καί ὁ Ἠσαΐας στό μέσο ἐκείνου τοῦ χερουβικοῦ χοροῦ καί τήν ἐχαρακτήριζε ὑψηλόν καί ἀνασηκωμένον, δηλώνοντας τήν ὑπέρβασι τῶν οὐρανίων δυνάμεων ἀπό τήν Θεομήτορα. Γι’ αὐτό καί εἰσάγει τούς ἰδίους τούς ἀγγέλους νά δοξάζουν ἀπό αὐτήν τόν Θεό λέγοντας “εὐλογημένη ἡ δόξα Κυρίου ἀπό τόν τόπο του”. Ὁ δέ πατριάρχης Ἰακώβ πού τόν εἶδε διά μέσου αἰνιγμάτων εἶπε: “τί φοβερός εἶναι ὁ τόπος τοῦτος! Δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά οἶκος τοῦ Θεοῦ καί αὐτή εἶναι ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ”. Ὁ δέ Δαβίδ πού συνῆψε στόν ἑαυτό του τά πλήθη τῶν σωσμένων ἀπό ἄλλα μέρη καί ἐχρησιμοποίησε σάν διάφορες χορδές ἤ φθόγγους τούς ἀπό διάφορα γένη προσαρμοσμένους σέ μία πίστι ἀπό τήν ἀειπάρθενη αὐτή, ἀνακρούει πρός ἐξύμνησί της τό παναρμόνιο μέλος, λέγοντας “θά θυμίσω τό ὄνομά σου σέ κάθε γενεά καί γενεά, γιά αὐτό οἱ λαοί θά σέ δοξολογήσουν στόν αἰῶνα καί στόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος”.

15. Βλέπετε ὅλη τήν κτίσι νά δοξολογῆ αὐτή τήν ἀειπάρθενη καί ὄχι σέ παλαιά ἔτη, ἀλλά στόν αἰῶνα καί στόν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος; Μποροῦμε ἀπό αὐτό νά καταλάβωμε ὅτι ἐκείνη δέν θά σταματήση ποτέ σ’ ὅλους τούς αἰῶνες νά εὐεργετῆ ὅλη τήν κτίσι, δέν ἐννοῶ δέ μόνο τή δική μας, ἀλλά καί αὐτές τίς ἄϋλες καί ὑπερφυεῖς ταξιαρχίες. Ὅτι βέβαια μαζί μέ ἐμᾶς καί αὐτές μόνο δι’ αὐτῆς μετέχουν καί ψαύουν τόν Θεό, τήν ἄψαυστη ἐκείνη φύσι, τό ἐδήλωσε καθαρά ὁ Ἠσαΐας. Διότι αὐτός δέν εἶδε τόν Σεραφείμ νά παίρνη ἀμέσως τόν ἄνθρακα ἀπό τό θυσιαστήριο, ἀλλά τόν ἐπῆρε μέ τήν λαβίδα, μέ τήν ὁποία ἤγγισε καί τά προφητικά χείλη δίδοντας κάθαρσι, ἦταν δέ τό φαινόμενο τοῦτο τῆς λαβίδος τό ἴδιο μ’ ἐκεῖνο τό μεγάλο θέαμα, τό ὁποῖο εἶδε ὁ Μωϋσῆς, δηλαδή τήν βάτο πού ἦταν ἀναμμένη ἀλλά δέν καταφλεγόταν. Ποιός δέν γνωρίζει ὅτι ἡ Παρθενομήτωρ εἶναι ἐκείνη ἡ βάτος καί αὐτή ἡ λαβίδα πού συνέλαβε ἀπυρπολήτως τό θεῖο πῦρ, ἀφοῦ σ’ αὐτό ὑπηρέτησε ὁ ἀρχάγγελος κατά τή σύλληψι καί συνῆψε δι’ αὐτῆς τόν αἵροντα τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου μέ τό ἀνθρώπινο γένος καί μᾶς ἐκαθάρισε μέ τήν ἄρρητη συνάφεια; Ἑπομένως μόνο Αὐτή εἶναι μεθόριο τῆς κτιστῆς καί ἄκτιστης φύσεως καί κανείς δέν θά μποροῦσε νά ἔλθη πρός τόν Θεό, ἐκτός ἐάν καταυγασθῆ ἀληθινά ἀπό τή θεόλαμπρη ἀληθινά λυχνία, “διότι στό μέσο της εἶναι ὁ Θεός καί δέν θά σαλευθῆ”, λέγει.

16. Ἄν δέ οἱ ἀνταποδόσεις εἶναι κατά τό μέτρο τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό καί αὐτός πού ἀγαπᾶ τόν Υἱό ἀγαπᾶται ἀπό αὐτόν καί ἀπό τόν Πατέρα του καί γίνεται καταγώγιο καί τῶν δύο αὐτῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνοικοῦν μυστικῶς καί διαμένουν μέσα σ’ αὐτόν κατά τή δεσποτική ἐπαγγελία, ποιός θ’ ἀγαποῦσε τοῦτον περισσότερο ἀπό τήν μητέρα, ἡ ὁποία ὄχι μόνο μονογενῆ τόν ἐγέννησε, ἀλλά καί μόνη της αὐτή χωρίς ἄνδρική ἕνωσι, ὥστε νά εἶναι τό φίλτρο της διπλάσιο, ἀφοῦ δέν ὑπάρχει σύζυγος πού ἑνώθηκε μέ αὐτή γιά νά τό μοιρασθῆ; Ποιός θά μποροῦσεε ν’ ἀγαπηθῆ ἀπό τόν μονογενῆ περισσότερο τῆς μητρός καί μάλιστα ἀφοῦ προῆλθε κατά τούς τελευταίους αἰῶνες ἀρρήτως, ἀπό μόνην αὐτήν, ὅπως πρό αἰώνων ἀπό μόνον τόν Πατέρα; Πῶς δέν θά πολλαπλασιαζόταν ἐκτός ἀπό τήν πρέπουσα διάθεσι καί ἡ ὀφειλομένη τιμή πρός αὐτήν κατά τούς νόμους ἀπό τόν κατελθόντα νά πληρώση τόν νόμο;

17. Ὅπως λοιπόν, ἀφοῦ δι’ αὐτῆς ἐπεδήμησε πρός ἐμᾶς, ἐφανερώθηκε ἐπί τῆς γῆς καί συναναστράφηκε μέ τούς ἀνθρώπους, ἐνῶ πρίν ἀπό αὐτήν ἦταν ἀθέατος ἐπί τῆς γῆς, ἔτσι καί στόν μελλοντικό ἀτελεύτητο αἰῶνα κάθε πρόοδος θείας φωτοφανείας καί κάθε ἀποκάλυψις θείων μυστηρίων καί κάθε ἰδέα πνευματικῶν χαρισμάτων χωρίς αὐτήν εἶναι γιά ὅλους ἀδύνατη. Αὐτή δέ δεχομένη πρώτη τό πλήρωμα τοῦ πληροῦντος τά σύμπαντα πού διήκει διά μέσου ὅλων, τό καθιστᾶ χωρητό σέ ὅλους, κατανέμοντας στόν καθένα κατά τή δύναμί του σύμφωνα μέ τήν ἀναλογία καί τό μέτρο τῆς καθαρότητός του, ὥστε αὐτή νά εἶναι ταμεῖο καί πρύτανις τοῦ πλούτου τῆς θεότητος.

18. Ἐπειδή δέ στούς οὐρανούς εἶναι καί τοῦτο αἰώνιος θεσμός, τό νά μετέχουν δηλαδή τοῦ εὑρισκομένου πέρα ἀπό τόν ὄντα διά τῶν μεγαλυτέρων οἱ μικρότεροι καί ἐφ’ ὅσον μεγαλύτερη ἀπό ὅλους εἶναι ἡ Παρθενομήτωρ, διά μέσου αὐτῆς θα μετάσχουν, ὅσοι μετάσχουν βέβαια, τοῦ Θεοῦ καί αὐτήν θά ὑμνήσουν μετά τόν Θεό ὅσοι ὑμνοῦν τόν Θεό. Αὐτή εἶναι καί τῶν πρίν ἀπό αὐτήν αἰτία καί τῶν μετά ἀπό αὐτήν προστάτις καί πρόξενος τῶν αἰωνίων. Αὐτή εἶναι θέμα τῶν προφητῶν, ἀρχή τῶν Ἀποστόλων, ἑδραίωμα τῶν μαρτύρων, κρηπίς τῶν διδασκάλων. Αὐτή εἶναι ἡ δόξα τῶν ἐπί γῆς, ἡ τερπνότης τῶν εὑρισκομένων στόν οὐρανό, τό ἐγκαλλώπισμα ὅλης τῆς κτίσεως. Αὐτή εἶναι ἀρχή καί πηγή καί ρίζα τῶν ἀπορρήτων ἀγαθῶν. Αὐτή εἶναι κορυφή καί τελείωσις κάθε ἁγίου.

19. Ὦ Παρθένε θεία καί τώρα οὐρανία, πῶς νά περιγράψω ὅλα τά προσόντα σου; Πῶς νά σέ δοξάσω, τόν θησαυρό τῆς δόξας; Καί ἡ μνήμη σου μόνο ἁγιάζει αὐτόν πού τήν χρησιμοποιεῖ. Πρός ἐσένα καί μόνη ἡ κλίσις καθιστᾶ τόν νοῦ καθαρώτερο, ἀναλαμβάνοντάς τον ἀμέσως πρός θεῖο ὕψος, διά σοῦ τρανώνεται τό βλέμμα τῆς διανοίας, διά σοῦ καταλάμπεται τό πνεῦμα μέ τήν ἐπιδημία τοῦ θείου Πνεύματος, διότι ἔγινες ταμιοῦχος καί χῶρος χαρίτων, ὄχι γιά νά τίς κρατήσης κοντά σου, ἀλλά γιά νά γεμίσης τά σύμπαντα μέ χάρι. Διότι ὁ ταμίας τῶν ἀκενώτων θησαυρῶν ἐπιτροπεύει γιά τή διανομή, γιά ποιό λόγο ἄλλωστε νά κατακλείση τόν πλοῦτο, ἀφοῦ δέν μειώνεται;

20. Μετάδωσε λοιπόν πλούσια στό λαό σου, σ’ αυτόν τόν κλῆρο σου, τό ἔλεός σου καί τά χαρίσματά σου, ὦ Δέσποινα. Δῶσε λύσι τῶν δεινῶν πού μᾶς κατέχουν. Βλέπεις ἀπό πόσα καί ποιά δεινά κατατρυχόμαστε, καί δικά μας καί ξένα καί ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά. Μετάτρεψέ τα ὅλα πρός τό καλύτερο μέ τή δύναμί σου, τούς μέν εὑρισκομένους μέσα καί ὁμοφύλους ἐξημερώνοντας πρός ἀλλήλους, τούς δέ ἐπιτιθεμένους ἀπ’ ἔξω σάν ἄγρια θηρία ἀποκρούοντας. Φέρε τήν βοήθεια καί θεραπεία σου ὡς ἀντίμετρο στά πάθη μας κατανέμοντας καί στίς ψυχές καί στά σώματα πλουσία τήν χάρι καί πρός ὅλα διαρκῆ. Κι ἄν δέν τήν χωροῦμε, κάνε μας χωρητικώτερους καί κανόνισε τό μέτρο κατά τέτοιον τρόπο, ὥστε, σωζόμενοι καί δυναμούμενοι ἀπό τή χάρι σου, νά δοξάζωμε τόν πραιώνιο Λόγο πού ἐσαρκώθηκε ἀπό σένα γιά μᾶς μαζί μέ τόν ἄναρχο Πατέρα του καί τό ζωοποιό Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτελευτήτους αἰῶνες. Γένοιτο.




[1] Γρηγόριος Παλαμᾶς, ΕΠΕ, τόμος 10, 437, ὁμιλία 37.